Έχουν όλες οι θερμίδες την ίδια αξία; Μια οποιαδήποτε θερμίδα είναι πάντα μία θερμίδα?
Η απάντηση είναι όχι. Είναι ιδανικό να πιστεύουμε πως όταν μιλάμε για διατροφή έχουμε να κάνουμε με ένα μονοεπίπεδο σενάριο, δηλαδή ότι ένα τρόφιμο θα μας δώσει θερμίδες, ενέργεια, θρεπτικά συστατικά και τελικά δεν είναι ούτε «καλό» ούτε «κακό». Σύμφωνα με την επικρατούσα θεωρία κάποια τρόφιμα προωθούν και αυξάνουν τον κίνδυνο για ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων υγείας όπως αλλεργίες , καρδιαγγειακά νοσήματα και ορισμένους τύπους καρκίνου, ενώ κάποια άλλα τρόφιμα μειώνουν αυτόν τον κίνδυνο.
Πως μπορεί να επηρεαστεί το σωματικό βάρος από την ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνουμε;
Αν και μπορεί να είσαι έτοιμος να χάσεις βάρος ακολουθώντας διάφορες τακτικές, το να τρως συγκεκριμένες τροφές μπορεί να προσδώσει σ’ αυτή την προσπάθεια, πλεονεκτήματα ή και μειονεκτήματα. Μία έρευνα σύγκρινε την ημερήσια θερμιδική πρόσληψη σε δύο ομάδες ενηλίκων που έτρωγαν δύο διαφορετικές κατηγορίες σιτηρών. Η μία ομάδα κατανάλωνε επεξεργασμένα σιτηρά, όπως άσπρο ρύζι, ζυμαρικά και ψωμί και η δεύτερη ομάδα ολικής άλεσης . Η έρευνα έδειξε πως οι ενήλικες που έτρωγαν σιτηρά ολικής άλεσης, μείωσαν την προσλαμβανόμενη θερμιδική ποσότητα κατά μέσο όρο 100 θερμίδες την μέρα. Το ενδιαφέρον ήταν, πως τα άλλα συστατικά της δίαιτας, όπως η συνολική προσλαμβανόμενη ποσότητα θερμίδων, το ολικό λίπος και η ποσότητα πρωτεϊνών, ήταν παρόμοια.
Σε μια άλλη έρευνα που μελέτησε την ποσότητα πρόσληψης τροφής, αλλαγές στο lifestyle και μεταβολές του σωματικού βάρους, αποδείχθηκε ότι συγκεκριμένοι τύποι διαιτολογίου συνδέονταν με πρόσληψη βάρους. Η μελέτη αφορούσε σε 120.000 ενήλικες σε μια περίοδο 20 ετών . Στα άτομα που κατανάλωναν παραπάνω μερίδες από τσιπς πατάτας, σακχαρούχα ποτά και επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος το σωματικό βάρος αυξήθηκε κατά μέσο όρο 17 κιλά κατά την διάρκεια της μελέτης. Από την άλλη πλευρά τα φρούτα, τα λαχανικά, τα προϊόντα ολικής άλεσης, οι ξηροί καρποί και το γιαούρτι προστάτεψαν τη δεύτερη ομάδα από το να αυξηθεί το σωματικό τους βάρους.
Πολλά είναι τα στοιχεία που βρέθηκαν μετά από μία έρευνα που σύγκρινε επιτυχημένες δίαιτες απώλειας βάρους που στηρίζονταν είτε σε μειωμένη πρόσληψη λίπους, είτε σε μειωμένη πρόσληψη υδατανθράκων . Στο τέλος της έρευνας δεν υπήρχε κάποια δίαιτα που να έχει εμφανώς καλύτερα αποτελέσματα. Και οι δύο τύποι δίαιτας είχαν ως αποτέλεσμα η απώλεια κιλών να είναι παρόμοια. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να ακολουθήσουν τις ακόλουθες συμβουλές για να χαθεί το βάρος. Και στις δύο ομάδες η οδηγία ήταν να αυξήσουν τα λαχανικά και να μειώσουν τη ζάχαρη, τα επεξεργασμένα άλευρα και τα trans λιπαρά οξέα και να προτιμώνται ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα. Αντί να δοθούν συγκεκριμένοι στόχοι πρόσληψης θερμίδων στους συμμετέχοντες, δόθηκε απλά η συμβουλή να προτιμούν ποιοτικά τρόφιμα και μ’ αυτό τον τρόπο και οι δύο ομάδες έχασαν σημαντικό αριθμό κιλών.
Δίαιτα και ρίσκο ασθένειας.
Βλάβες στην υγεία οι οποίες προκαλούνται από την αλόγιστη κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων και ζαχαρούχων ποτών τεκμηριώνονται ολοένα και συχνότερα από μελέτες .
Τα τρισεκατομμύρια βακτήρια στον εντερικό σωλήνα (γνωστά και ως μικροβίωμα) χρησιμεύουν για να ενισχύσουν την άμυνα του οργανισμού και να προωθήσουν την καλύτερη υγεία και ποιότητα ζωής. Όμως, η διατροφή (και άλλοι παράγοντες, όπως τα φάρμακα) μπορούν να αλλάξουν την ποικιλότητα των τύπων των βακτηρίων που υπάρχουν στο έντερο. Ανισορροπία στον αριθμό των τύπων που λειτουργούν επιβλαπτικά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για παχυσαρκία, προβλήματα μνήμης, αλλεργίες, Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, άγχος και φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου κ.α.
Δεν έχουμε ακόμη κατανοήσει απόλυτα το ρόλο και την λειτουργία του μικροβιώματος στην υγεία γιατί τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ελάχιστα, αλλά ξέρουμε πως τρώγοντας μία ποικιλία από φυτικές ίνες, (πολλά φρούτα, λαχανικά, σιτηρά ολικής άλεσης, όσπρια, ξηρούς καρπούς και σπόρους) συμβάλουμε ενεργά στη διατήρηση της καλής υγείας του εντέρου. Μία έρευνα σύγκρινε τα είδη των βακτηρίων μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών που κατανάλωναν μία τυπική αμερικάνικη δίαιτα (με λίγες φυτικές ίνες ), και έδειξε ότι η δίαιτα αυτή συνδέεται με μικρότερη ποικιλότητα μικροβιώματος και με ανισορροπία στον αριθμό των βακτηρίων που μπορούν να οδηγήσουν στην πρόκληση ορισμένων ασθενειών, ενώ δίαιτα πλούσια σε φυτικές ίνες μπορεί να μετατοπίσει αυτές τις ανισορροπίες υπερ ειδών βακτηρίων που προάγουν την υγεία.
Τροφή για σκέψη:
Το να αποφασίσουμε τι πρέπει να τρώμε πολλές φορές μπορεί να προκαλεί σύγχυση. Η επισήμανση κάποιων τροφίμων ως ‘’κακών’’ μπορεί να προκαλέσει ενοχές και ντροπή κατά την κατανάλωση τους. Αλλά, όταν όλες οι τροφές θεωρούνται «ισότιμες» , αυτό δεν βοηθάει τους 8 στους 10 ανθρώπους που έχουν διαβάσει αντιφατικές πληροφορίες σχετικά με το τι πρέπει να τρώνε και επιτείνει την σύγχυση τελικά. Γι’ αυτό πάντα είναι ωφέλιμο να εμπιστευόμαστε μόνο τους διαιτολόγους με άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
Το φαγητό είναι μια περίπλοκη διαδικασία και όλοι τρώμε για πολλούς λόγους: πείνα, γεύση, κοινωνικές υποχρεώσεις και επιδίωξη καλής υγείας. Αυτοί οι παράγοντες είναι αλληλοδιαπλεκόμενοι κι έτσι δεν τρώμε μόνο για την πρόσληψη φυτικών ινών, βιταμινών, μετάλλων ή άλλων ευεργετικών θρεπτικών συστατικών, αλλά και για να έχουμε ενέργεια και καλή διάθεση. Το φαγητό έχει κεντρική θέση σε εορτασμούς και θρησκευτικές παραδόσεις. Επίσης, η συγκέντρωση γύρω από το τραπέζι για να φάμε δίνει την δυνατότητα να συνδεθούμε με την οικογένεια και τους φίλους μας. Το να υποδείξουμε κάποια τρόφιμα ως καλύτερα από άλλα, δεν σημαίνει ότι πρέπει να στερήσουμε από τον εαυτό μας την απόλαυση και να τα καταναλώνουμε, μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις.
Ο στόχος του διαιτολόγου δεν είναι να κριτικάρει τον καθένα για το τι έχει βάλει στο πιάτο του, αλλά να τον καθοδηγεί για το τι χρειάζεται να καταναλώνει συχνότερα και ποια τρόφιμα θα μπορούσε να αντικαταστήσει με άλλα, για να επιτύχει καλύτερη ποιότητα ζωής. Ξέροντας ότι ένα φαγητό είναι λιγότερο υγιεινό, μπορεί να μας ωθήσει να το καταναλώνουμε πιο αραιά, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να το καταναλώνουμε καθόλου. Θα μπορούσαμε απλά να εξερευνήσουμε τα «καλά» για την υγεία μας τρόφιμα και να βρούμε τεχνικές να τα μαγειρεύουμε και τρόπους να τα καταναλώνουμε, ώστε στο τέλος να τα κάνουμε πιο νόστιμα και απολαυστικά.